ῥαῖνε

ῥαῖνε
ῥαίνω
sprinkle
pres imperat act 2nd sg
ῥαίνω
sprinkle
imperf ind act 3rd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • πολύδροσος — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 380 μ.), στην πρώην επαρχία Παρνασσίδας, του νομού Φωκίδας, στην περιοχή όπου βρίσκεται κι άλλος ένας μικρότερος οικισμός, ο Άνω Πολύδροσος (υψόμ. 770 μ.). * * * η, ο / πολύδροσος, ον, ΝΜΑ πολύ δροσερός («ῥαῖνε λάγυνε… …   Dictionary of Greek

  • Καρθαίου, Ρένα — (Αθήνα 1913 –).Λογοτεχνικό ψευδώνυμο της φιλολόγου και λογοτέχνιδας Ειρήνης Λάκωνα Μπρούσαλη. Κόρη του Κλέανδρου Λάκωνα (βλ. λ. Καρθαίος, Κ.) και σύζυγος του δημοσιογράφου Αντώνη Μπρούσαλη, σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.… …   Dictionary of Greek

  • Ρηνανία Βόρεια-Βεστφαλία — (Nordrhein Westfalen). Ομόσπονδο κράτος (Land) της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας· συνορεύει στα Δ με την Ολλανδία και το Βέλγιο και ορίζεται από τα ομόσπονδα κράτη της Κάτω Σαξονίας στα Β και στα ΒΑ, της Έσσης στα ΝΑ και της Ρηνανίας… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”